23 March 2009

Perjalanan 7

Η περιπέτεια αρχίζει



Medan, Τρίτη 24-7-1990

  • Γεια σας! Το όνομα μου είναι Muliadi, μπορείτε όμως να με φωνάζετε Adi. Σας καλωσορίζω εκ μέρους του πρακτορείου Sukma Tour και Mora Travel. Πού είναι τα πράγματα σας;
Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια του νεαρού και χαμογελαστού οδηγού. Ο Adi ήταν πολύ συμπαθής και γίναμε γρήγορα φίλοι κατά τη διάρκεια της γνωριμίας μας με τη βόρειο Σουμάτρα. Μόλις πριν μία ώρα είχαμε κάνει μια πρόχειρη συζήτηση και συμφωνία με το πρακτορείο, μετά από το απαραίτητο παζάρι για την τιμή. Μείναμε με την εντύπωση ότι θα μελετούσαν το θέμα, θα προγραμμάτιζαν και θα μας απαντούσαν. Με την εμφάνιση του οδηγού ξαφνιαζόμαστε τώρα, γιατί δεν περιμέναμε, ότι η απλή συζήτηση στο πρακτορείο θα σήμαινε και άμεσο ξεκίνημα. Χωρίς να το καταλάβουμε, βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή σ' ένα ταξί, με τακτοποιημένα τα πράγματα μας, και ξεκινάμε.

Ο Αdi μιλάει πολύ ωραία αγγλικά και τουλάχιστον ο Γιάννης μπορεί να συνεννοηθή τέλεια. Ωστόσο μου λέει, πως εκτιμάει πολύ, το ότι μιλάω και λίγα ινδονησιακά, και προσθέτει, πως σπάνια βρίσκει τουρίστες με την ιδιότητα αυτή. Στη συνέχεια μας λέει να νοιώσουμε άνετα, γιατί θα έχουμε μερικές ώρες ταξίδι. Βάζει τοπική μουσική στο κασετόφωνο και μου προσφέρει ένα τοπικό τσιγάρο. Με την πρώτη ρουφηξιά ξαφνιάζομαι. Ο καπνός έχει γεύση και άρωμα γαρυφάλλου. Πράγματι τα ινδονησιακά τσιγάρα, όπως μου εξηγεί ο οδηγός, γίνονται από μίγμα φύλλων καπνού και λουλουδιών από γαρύφαλλο. Είναι και αυτό μια από τις εμπειρίες του ταξιδιού, που πρέπει να καταγράψουμε αλλά όχι και τόσο απίθανη, αν σκεφθή κανείς, ότι βρισκόμαστε στην χώρα των μπαχαρικών και ως γνωστόν ισχύει η παροιμία: "Όποιος έχει πολύ πιπέρι, ρίχνει και στα λάχανα".

Περάσαμε από διάφορες συνοικίες του Medan, και τώρα είμαστε σε μια περιοχή, που δεν μοιάζει με τις άλλες. Τα σπίτια είναι πολύ περιποιημένα - βίλλες θα έλεγε κανείς. Την απορία μας την προλαβαίνει ο οδηγός, εξηγώντας μας, ότι υπάρχει ένα μακροχρόνιο (δεκαπενταετές νομίζω) πρόγραμμα, το οποίο ακολουθείται από την κυβέρνηση, για τον βαθμιαίο εξωραϊσμό, κατά τμήματα, της πόλεως. Στη συνέχεια προσθέτει με κάποια υπερηφάνεια:
  • Ετσι Gatos -το όνομα Θύμιος τους είναι φαίνεται δύσκολο να το προφέρουν- μετά κάποια χρόνια το Medan θα είναι μια μοντέρνα πόλη.
Σε λίγο βλέπουμε να αραιώνουν τα σπίτια και αντιλαμβανόμαστε, ότι είμαστε πλέον στα περίχωρα της πόλεως. Τους κάπως μεγαλύτερους κήπους των προαστίων αρχίζουν να διαδέχονται μεγαλύτερες καλλιεργημένες εκτάσεις με φυτείες από κοκοφοίνικες, ελαιοφοίνικες, ζαχαροφοίνικες, μπανανοφυτείες, φυτείες τάρο και ανανάδες. Επίσης περνάμε από τεράστιες εκτάσεις με καουτσουκόδενδρα και άλλα, γνωστά και άγνωστα φυτά και δένδρα.

Δεν αργούν πολύ να φανούν και τα πρώτα ινδονησιακά χωριά. Αποτελούνται από ξύλινα σπίτια υψωμένα περί το ένα μέτρο από το έδαφος και στηριγμένα σε πασσάλους. Ολα είναι περίπου στον ίδιο ρυθμό. Συνήθως αποτελούνται από ένα δωμάτιο, εμπρός από το οποίο υπάρχει μία φαρδιά βεράντα, σκεπασμένη από την ίδια σκεπή, που σκεπάζει όλο το σπίτι. Η στέγη, είναι φτιαγμένη, σε πολλές περιπτώσεις, από φύλλα ζαχαροφοίνικα. Σε άλλες πάλι -πιο μοντέρνων σπιτιών- είναι από κυματιστή λαμαρίνα. Γύρω από το σπίτι τριγυρνούν τα ζωντανά της κάθε οικογένειας, δηλαδή συνήθως κότες, πάπιες, χήνες σκύλοι και χοιρινά.

Αντίθετα με ό,τι έχω ακούσει για τη Σουμάτρα, διασχίζουμε μια τελείως επίπεδη χώρα με ατελείωτες φυτείες. Πού είναι τα άγρια βουνά; Οι απύθμενες χαράδρες, τα φοβερά φαράγγια, οι σκοτεινές ζούγκλες και τα εφιαλτικά έλη, για τα οποία είχα πληροφορηθή; Περνάμε τώρα κάποια θολά ποτάμια, των οποίων οι γέφυρες μόλις που δεν σωριάζονται κάτω. Έλεγα μέσα μου, ότι αν δεν είμαστε το τελευταίο όχημα που περνάει, σίγουρα θα είμαστε το προτελευταίο...

Θα είχαν περάσει τρισήμισυ ώρες από την αναχώρησή μας, από το Garuda Plaza Hotel, όταν βρεθήκαμε σε κάπως ανοιχτότερο μέρος. Εδώ το παραπέτασμα των δένδρων, στις δύο πλευρές του δρόμου, άνοιγε σαν φερμουάρ, αφήνοντας να φανούν στο βάθος κατάφυτοι λόφοι σκεπασμένοι από πυκνά δάση. Μέσα από την ομιχλώδη τροπική ατμόσφαιρα φαίνονται, λες και αναδύονται από το τίποτε, ενώ οι γαλαζοπράσινες κορυφές τους διαχέονται στο γαλάζιο του ουρανού.
  • Εκεί είναι τα δάση των Orang Hutan, μας λέει ο Αdi.
Από την προετοιμασία του ταξιδιού, ήξερα για την ύπαρξη αυτών των Κέντρων επαναφοράς των orang hutan στην άγρια ζωή, τα λεγόμενα rehabilitation centers. Εκεί μεταφέρονται τα θαυμάσια αυτά ζώα -τη λέξη ζώα τη χρησιμοποιώ με κάποια συστολή, γιατί όποιος τα ζήσει από κοντά, νιώθει πόσο κοντά στον άνθρωπο είναι- από περιοχές όπου έγινε αποψίλωση των δασών, λόγω εκμεταλλεύσεώς τους για υλοτομία και στη συνέχεια για καλλιέργεια. Επίσης, μέσω αυτών των Κέντρων επανέρχονται στην ελεύθερη ζωή, κάτω από επιστημονική επίβλεψη, εκείνοι οι orang hutan, οι οποίοι έζησαν στην αιχμαλωσία.


Στην αρχή, τα πλάσματα αυτά, ζουν σε μία προστατευμένη περιοχή, μέσα σε κλουβιά, στις παρυφές του δάσους. Κατόπιν ελευθερώνονται μετά από ειδική εκπαίδευση, στην οποία μαθαίνουν να αναρριχώνται στα αιωνόβια δέντρα μέσω των κληματίδων, να βρίσκουν μόνα τους την τροφή, να προστατεύονται από τα αρπακτικά θηρία και, γενικώς, να επιβιώνουν μέσα στο "δάσος της βροχής". Όταν κριθούν ώριμα, μεταφέρονται βαθιά μέσα στη ζούγκλα, για να ζήσουν στο φυσικό τους περιβάλλον. Στην αρχή, συνηθισμένα στην παρουσία και στη βοήθεια του ανθρώπου, δεν απομακρύνονται όταν βγουν από τα κλουβιά, αλλά παραμένουν κοντά ερχόμενα σε διακεκριμένες ώρες, για να πάρουν τροφή από τους φύλακες. Έτσι δίνεται η ευκαιρία στους επισκέπτες να τα δουν και να τα ζήσουν από κοντά. Είναι μια ευκαιρία, που όπως απεδείχθη, δεν είναι καθόλου εύκολο να ξαναβρεθή, γιατί τα άγρια πλέον ζώα αποφεύγουν με κάθε τρόπο τον άνθρωπο.

Το Bukit Lawang -έτσι λέγεται το χωριό στο οποίο ανήκει το Κέντρο αυτό- απέχει 8Ο χιλιόμετρα από το Medan. Μπορεί κανείς να φθάση ως εκεί με ταξί ή με άλλο μισθωμένο μεταφορικό μέσο, αφού πρώτα συμφωνήσει την τιμή. Λέγεται ότι μόνο με οδηγό επιτρέπεται η είσοδος στον τόπο αυτό, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως δρυμός (reserve). Επίσης λέγεται, ότι για να διατηρήται η ηρεμία του χώρου, δεν επιτρέπουν περισσότερους από πενήντα επισκέπτες κάθε φορά.