09 August 2009

Η εκδίκηση της Ιστορίας

[...]
Ο μεροληπτικός Γαβράς

«Τα ίδια έκανε και η άλλη πλευρά» έπιασε το αφτί μου κάπου τον προοδευτικό Μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομο Συνετό να δηλώνει. Και αναφερόταν στο ταινιάκι του Γαβρά και στην ανάγκη να περικοπεί: δεν ήταν αντικειμενικό στην περιγραφή του απώτατου παρελθόντος της πρώτης χιλιετίας μετά Χριστόν, δεν έδειχνε και τους διωγμούς των χριστιανών από τους εθνικούς, ίσως και τα γκρεμίσματα χριστιανικών ναών, άρα για λόγους αμεροληψίας και αντικειμενικότητας έπρεπε να διαγραφεί η σκηνή όπου κάποιοι μοναχοί κατά τον Μεσαίωνα σπάζουν και γκρεμίζουν γλυπτά του Παρθενώνα.

Αν το δούμε το πράγμα από εγκυκλοπαιδική μόνο άποψη, γνώσεων του τι γνωρίζουμε και δεν γνωρίζουμε για εκείνους τους τόσο μακρινούς αιώνες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τα βάσανα της χριστιανικής πλευράς είναι πασίγνωστα, για τους διωγμούς κατά των χριστιανών μαθαίνουμε όλοι και στο σχολείο και από δεκάδες έργα τέχνης- τα περισσότερα από τα εικονίσματα αγίων σε διωγμό κάποιου χριστιανού που μαρτύρησε εκείνη την εποχή παραπέμπουν.

Αν θέλει να είναι αμερόληπτος λοιπόν ο Μητροπολίτης Ζακύνθου, θα πρέπει να ζητήσει να διδάσκονται και οι διωγμοί κατά των εθνικών επί Θεοδοσίου, Αρκαδίου και Ιουστινιανού, όπως και το κλείσιμο της νεοπλατωνικής σχολής των Αθηνών, την ίδια ακριβώς εποχή που ανεγειρόταν η Αγία Σοφία: το 529 έκλεισε η σχολή και έφυγαν οι σοφοί καθηγητές πρόσφυγες στην αυλή του Χοσρόη της Περσίας, το 532 ξεκίνησε το χτίσιμο του ναού της Σοφίας του Θεού: τι να τον κάνουν τον Δαμάσκιο και τον Σιμπλίκιο οι Βυζαντινοί όταν μπορούν να κατ
αφεύγουν στην ίδια τη σοφία του θεού τους;

Η αρρώστια του παρελθόντος

Ο Χρυσόστομος Συνετός όμως δεν θα ζητήσει ποτέ να διδαχθούν όλα αυτά στα σχολεία, διότι ταυτίζεται με τους χριστιανούς εκείνης της εποχής, τους αγαπά και μισεί τους αντιπάλους τους, τους Ελληνες ή εθνικούς ή ειδωλολάτρες- δεν εννοώ ότι λέει «καλά έκαναν» οι αυτοκράτορες και έκαναν διωγμούς και σκότωσαν κόσμο και βασάνισαν, καλά έκαναν οι μεσαιωνικοί καλόγεροι που σπάζανε τα μάρμαρα, γιατί είναι προοδευτικός και αγαπά την αρχαιότητα· ο συνάδελφός του Ανθιμος Ρουσάς της Θεσσαλονίκης μπορεί και να το λέει, αυτός όχι.

Αλλά επειδή ταυτίζεται με τους χριστιανούς, θέλει να κρύψει τις πομπές τους σαν να πρόκειται για ανθρώπους σημερινούς που θέλει να τους καλύψει. 1.000-1.500 χρόνια έπειτα από αυτά που γνωρίζουμε ότι έγιναν, η μεν προοδευτική πλευρά της Ορθοδοξίας λέει «έγιναν λάθη, μην τα σκαλίζουμε τα πράγματα», η δε σκοτεινή πλευρά λέει «καλά τούς κάναμε, αλλά δεν πρέπει να το λέμε».

Εγώ καμιά φορά αναρωτιέμαι, βλέποντας παλιές φωτογραφίες, «τι σχέση έχω με εκείνο το παιδί της πρώτης Δημοτικού, είμαστε το ίδιο πρόσωπο εκείνο κι εγώ;» - και οι ελληνοχριστιανοί είναι σίγουροι πως «είναι ίδιοι» με ανθρώπους που τους χωρίζουν 30-50 γενιές, ότι ανήκουν στην ίδια ομάδα με αυτούς και πρέπει να λογοδοτήσουν για όσα έκαναν εκείνοι (αν τα θεωρούν λάθος) ή να τα υπερασπιστούν (αν τα θεωρούν σωστά).

Δεν είναι περίεργη, άρρωστη, στρεβλωτική αυτή η σχέση με το παρελθόν χωρίς καμία αναφορά στο παρόν - ή με ψευδείς αναφορές στο παρόν; Επειδή η Αναγέννηση, ο Ουμανισμός, ο Διαφωτισμός έδωσαν αξία στα μάρμαρα που κατέστρεφαν οι πρώτοι χριστιανοί όταν απέκτησαν εξουσία, επειδή η Ελλάδα δημιουργήθηκε και χάρη στα μάρμαρα (συμπεριλαμβανομένων αυτών που ο Ελγίνος απέσπασε και μετέφερε στο Λονδίνο), οι νυν χριστιανοί αισθάνονται υποχρεωμένοι να κρύψουν τις πομπές αυτών που θεωρούν ομοίους τους, τις θεωρούν πομπές δικές τους. Και το βρίσκουν αυτό απόλυτα φυσιολογικό- εγώ δεν το βρίσκω.

Κοινωνικοποιώντας το προσωπικό

Αλλά, ακόμη και όταν η σημερινή Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί εαυτήν συνέχεια εκείνης και θεωρεί ότι κληρονόμησε τα καλά και τα κακά της, είναι λάθος να της αποδίδουμε ευθύνες για όσα έγιναν επί Ιουστινιανού ή επί Θεοδοσίου- δεν πρέπει να λέμε «οι θρησκόληπτοι που άλλοτε ακρωτηρίαζαν τα αγάλματα, σήμερα επεμβαίνουν και κόβουν τις εικόνες» , όπως αναφέρει ο Γαβράς στη δήλωσή του. Αν δεχθούμε ότι είναι ίδιοι οι τότε και οι τώρα, δεχόμαστε το παιχνίδι τους, αποδεχόμαστε τη διαχρονικότητά τους ανά τους αιώνες και επομένως την ιδιαιτερότητά τους, πάνω στην οποία οικοδομούν την εξουσία τους.

Η Εκκλησία της Ελλάδος θεωρεί αυτονόητο να γιορτάζει κάθε χρόνο την Κυριακή της Ορθοδοξίας, τη νίκη δηλαδή των εικονολατρών επί των εικονομάχων κατά τον βυζαντινό εμφύλιο πόλεμο που έγινε τον 8ο και 9ο αιώνα, πριν από 1.200-1.300 χρόνια. Σαν να είχε διατηρηθεί η γιορτή της Πολεμικής Αρετής των Ελλήνων που στα τέλη Αυγούστου κάθε χρόνου ως τη Μεταπολίτευση πανηγυριζόταν η νίκη των εθνικοφρόνων επί των αριστερών.

Ο καθένας δικαιούται να γιορτάζει ό,τι θέλει και εμείς δικαιούμαστε να τον κρίνουμε- το πρόβλημα είναι ότι σε αυτή τη «γιορτή του μίσους» συμμετέχει επισήμως και ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας απαγγέλλοντας το «Πιστεύω».

Ητοι, το ελληνικό κράτος κατήργησε τις δικές του γιορτές των νικητών του Εμφυλίου και διαιωνίζει εκείνες των Βυζαντινών- δεν είναι γελοίο; (πλήρες κείμενο >>>)



(από το Επταήμερο του Διόδωρου Κυψελιώτη, ΒΗΜΑ, 2/8/200)