05 July 2010

H Γλαυκώπις και η ρεμούλα

(του Κώστα Βαξεβάνη, Το κουτί της Πανδώρας)
Τον Δεκέμβριο του 2007, ο Χρήστος Ζαχόπουλος, γλύτωσε  πέφτοντας από τον 5ο όροφο του σπιτιού του, παραλίγο όμως να συμπαρασύρει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Η εξουσία ωστόσο ως γνωστόν δεν αυτοκτονεί. Παρασυρμένη μέσα στη δύνη ροζ «αποκαλύψεων», DVD, αυτοκτονικών προϊδεασμών, ειρωνικών σχολίων για την ακαδημαική σταδιοδρομία της Νατάσας και την ανδρική του τότε πρωθυπουργού, κατάφερε να διασωθεί και πάλι. Μια γυναίκα, «η 35 χρονη», -όπως απαιτούσαν να αποκαλείται οι υποκριτικοί κανόνες δεοντολογίας-, ήταν η «αιτία του κακού». Η 35χρονη, που είναι πλέον 38, συγγραφέας και σίγουρα ταλαιπωρημένη από τον τρόπο που το σύστημα αυτοπροστατεύεται και αυτοδικαιολογείται.

Την εποχή εκείνη λοιπόν, που μερικοί επέμεναν πως η η βρώμα ολόγυρα ήταν απλώς οι μυρωδιές από τα σωματικά υγρά, στο τηλεοπτικό Κουτί της Πανδώρας, κάναμε μια άλλη ανάγνωση. Ο Χρήστος Ζαχόπουλος, ο άγνωστος καθηγητής από τη Θεσσαλονίκη που κατέληξε να συγγράφει τις ομιλίες του πρωθυπουργού και να υπογράφει τα μεταπτυχιακά της συζύγου, δεν θα υπήρχε αν δεν υπήρχαν οι άλλοι. Αυτοί που του έδωσαν την εξουσία με ανταλλάγματα. Και το θέμα δεν ήταν μόνο ο Καραμανλής.

Ψάχνοντας τα έργα και  τις ημέρες του Ζαχόπουλου, είχαμε αποκαλύψει πως η μεγάλη του ασυλία, δεν πήγαζε μόνο από του Μαξίμου αλλά από το ίδιο το υπουργείο πολιτισμού. Ο Ζαχόπουλος συνεχίζοντας την πολιτική των υπουργών επί ΠΑΣΟΚ, είχε μετατρέψει το υπουργείο, σε ένα πεδίο συνδιαλλαγής με τα συνδικαλιστικά όργανα. «Εξυπηρετούσε» τα κλαδικά αιτήματα και εισέπραττε την ασυλία.

Ένα από τα μεγάλα σκάνδαλα που είχαμε αποκαλύψει, ήταν πως τμήμα από τα έσοδα του ΟΠΑΠ, τα οποία εκ του νόμου έπρεπε να επιδοτούν πολιτιστικές δραστηριότητες, πήγαιναν σε επιδοτήσεις ημετέρων αλλά κυρίως στην ομοσπονδία των συλλόγων του Υπουργείου Πολιτισμού και στον Σύλλογο των υπαλλήλων με τον βαρύγδουπο τίτλο «Γλαυκώπις Αθηνά». Οι υπουργοί πλήρωναν με τον τρόπο αυτό, παράνομα, εκτός προϋπολογισμού, μέσω κονδυλίων για πολιτιστικές δραστηριότητες, τις υπερωρίες των υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού. Έκλεβαν τα λεφτά του πολιτισμού, για να πληρώσουν τους υπαλλήλους. Και δεν είχαν φασαρίες. Μπορούσαν έτσι να επιδοθούν σε τελετές με βεγγαλικά και εκδηλώσεις με κάμερες.

Είχε γίνει μια συμφωνία κυρίων. Δεν μιλούσε κανένας. Και βέβαια η συνέχεια της συμφωνίας, είχε και επιδοτήσεις «υψηλού επιπέδου» για τα παιδιά, τις κατασκηνώσεις, τις εκδηλώσεις των συλλόγων. Ο σύλλογος Γλαυκώπις, εξέδιδε μάλιστα ένα περιοδικό κυκλοφορίας μερικών χιλιάδων φύλλων, που στοίχιζε όσο μια κυριακάτικη εφημερίδα. Όταν αποκαλύψαμε όλα αυτά, «το Κουτί της Πανδώρας» έγινε απλώς κόκκινο πανί. Από τους συλλόγους εργαζομένων-με ελάχιστες εξαιρέσεις- θεωρήθηκε πως κάνουμε επίθεση στα εργασιακά κεκτημένα. Κανένας δεν απαντούσε γιατί τα δεδουλευμένα δεν διεκδικήθηκαν νόμιμα. Γιατί δεν απαιτήθηκαν από τους υπουργούς, αλλά προτίμησαν μια συμφωνία κάτω από το τραπέζι. Γιατί δέχθηκαν να χάνονται δισεκατομμύρια, μέσα σε μαύρες τρύπες, με αντάλλαγμα να πάρουν κάποια «δεδουλευμένα».

Πέρασαν τρία χρόνια. Ένας από τους συνδικαλιστές που χειρίστηκαν εξωθεσμικά τα χρήματα του υπουργείου, με το πρόσχημα της εξυπηρέτησης των υπαλλήλων και της συντεχνιακής αντίληψης, βρέθηκε με 9 εκατομμύρια στον λογαριασμό του. Όλοι δείχνουν εμβρόντητοι. Πέφτουν από τα σύννεφα, αλλά διασώζονται όπως και ο Ζαχόπουλος.

Κι όμως τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα τα τελευταία 10 χρόνια. Η  δημιουργία της Γλαυκώπις και  κάθε Γλαυκώπις, των εξωθεσμικών  πληρωμών και των γκρίζων συναλλαγών –με την εγγύηση του υπουργού-είχε ως απαίτηση να πάθουν γλαύκωμα οι υπάλληλοι του υπουργείου Πολιτισμού. Να μην βλέπουν, να μην ακούνε και κυρίως να μην μιλάνε. Τους αρκούσε που πληρώνονταν. Μια συνδικαλιστική μαφία, γινόταν όχι μόνο αποδεκτή, αλλά αποκτούσε και ρόλο διοίκησης, επειδή εξασφάλιζε τα λεφτουδάκια. Μαζί τους βέβαια, γλαύκωμα έπαθαν και οι δημοσιογράφοι. Ίδια ασθένεια με ίδια ανταλλάγματα.

Ο Ζαχόπουλος έπεσε  από το μπαλκόνι, αλλά η πολιτική αυτή συνέχισε να ισορροπεί με ασφάλεια. Δεν την απείλησε κανένας.Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου συνέχιζε να στοιχίζει 15 εκατομμύρια όταν οι ταινίες οι ίδιες έπαιρναν 3 μόλις, και διάφορες διευθύνσεις “πολιτισμού” συνδύαζαν επιτυχώς την μωροφιλοδοξία των διευθυντών τους με την αρπαχτή.

Γιατί τα θυμήθηκα αυτά; Όχι για επιβεβαίωση. Γιατί τίποτα δεν γεννιέται εν κενώ. Γιατί η διαφθορά δεν υπάρχει αν κάποιοι, αυτοί που δεν πρέπει, δεν δώσουν το δικαίωμα και τον ηγετικό ρόλο στους διεφθαρμένους. Και γιατί είναι ντροπή, άνθρωποι του πολιτισμού, να συμπεριφέρονται σαν τον αγράμματο κουτοπόνηρο μικροδιεφθαρμένο, που αντιλαμβάνεται πως τα μεγάλα προβλήματα της γεωργίας, θα λυθούν αν βάλει ψεύτικα στρέμματα για την επιδότησή του.