08 January 2012

Όσα παίρνει... κι όσα φέρνει ο άνεμος...

Παιδεραστές παντός καιρού

της Ισμήνης

Τις προάλλες διάβαζα στα μπλογκ και στις εφημερίδες για τον προπονητή στην Κρήτη που επί χρόνια ασελγούσε πάνω στα παιδάκια και κανείς δεν το είχε πάρει είδηση. Υπήρξαν και πολλά σχόλια που δεικτικά επεσήμαναν: μα είναι δυνατόν; Κανένα παιδί να μην μιλάει τόσο καιρό;

Κι όμως είναι δυνατόν! Θυμήθηκα που πριν από χρόνια βρέθηκα σε μια παρέα κυριών και μεταξύ τεΐου και καφέ λέγαμε ένα σωρό σαχλαμάρες για να περάσει η ώρα. Πάλι τότε προσφάτως είχε βγει μια ιστορία με κάποιον παιδεραστή και όλων η απορία ήταν, πώς και δεν μιλάνε τα θύματα. Η πιο έξυπνη δε, κάνοντας αέρα με την βεντάλια της αναφώνησε:

- Βρε μπας και τα θέλανε και γι’ αυτό δεν μιλάγανε;

Μια κυρία γύρω στα 65, πολύ καλοβαλμένη, πήρε το λόγο και είπε:

- Γιατί σας κάνει εντύπωση και απορείτε που δεν μιλάνε τα θύματα; Θα σας πω εγώ την προσωπική μου εμπειρία πριν από 60 χρόνια που νομίζω ότι ήταν εχθές.

Εμείς οι πρώην λαλίστατες, κάναμε απόλυτη σιγή να ακούσουμε...

- «Ήμουν 5 χρονών», άρχισε να λέει η κυρία, «και η αδελφή μου 6,5. Μια πολύ φίλη της μαμάς μου, με μητέρα Αγγλίδα, έκανε μαθήματα αγγλικής και καλής συμπεριφοράς σε μικρά παιδάκια, έναντι αμοιβής βέβαια. Ενταχθήκαμε κι εμείς στην ομάδα, αλλά λόγω του νεαρού της ηλικίας μας κάναμε ξεχωριστά μαθήματα, άλλοτε στο σπίτι μας, άλλοτε σε δημόσιο χώρο για να μάθουμε polites και άλλοτε στο σπίτι της μαντάμ Virginie, έτσι την λέγαμε.

»Τις φορές που πηγαίναμε στο σπίτι της μαντάμ, ζούσε μαζί με την κόρη της και τον γαμπρό της που ήτανε και συνάδελφος του μπαμπά μου, πολλές φορές περιμέναμε στο σαλόνι για να έρθει η μαντάμ να πάμε στο δωμάτιο που κάναμε το μάθημα. Σημειωτέον ότι η διαρρύθμιση του σπιτιού ήταν τέτοια που ουσιαστικά εκεί που περιμέναμε εμείς είμαστε αποκομμένοι από το υπόλοιπο σπίτι, τότε στα παλιά σπίτια το σαλόνι ήταν εκτός λειτουργικού χώρου του υπόλοιπου σπιτιού.

»Όση ώρα περιμέναμε, οι υπόλοιποι κοιμόντουσαν γιατί συνήθως ήταν μεσημεριανή ώρα, εμφανιζότανε ο γαμπρός της μαντάμ - ο συνάδελφος του μπαμπά μου, ο άντρας της φίλης της μαμάς μου - με τα εσώρουχα και ξεκούμπωτος και πέρναγε μπροστά μας επιδεικνύοντας τα γεννητικά του όργανα. Πολλές φορές καθόταν στην πολυθρόνα και μας προέτρεπε να τον αγγίζουμε, ενώ ταυτόχρονα μας άγγιζε αυτός ή μας έλεγε να καθόμαστε στα πόδια του και μας κράταγε σφικτά πάνω του και μας τριβότανε.

»Εμείς σοκαρισμένες σαν πρόβατα κάναμε ότι μας ζητούσε. Έχω μια θολή εικόνα όλων όσων συνέβαιναν τότε, αλλά δεν τα έχω ξεχάσει βέβαια και τώρα που το σκέπτομαι είμαι σίγουρη ότι αν είχε ώρα στη διάθεσή του -μέχρι να εμφανισθεί η πεθερά του- θα προχωρούσε και σε άλλες πράξεις.

»Υποθέτω ότι μάλλον η γυναίκα του κάτι υποψιάστηκε, πιθανόν από την πρεμούρα του να εξέρχεται από την κρεβατοκάμαρα μόλις μας άκουγε. Aπό κάποια στιγμή και μετά ήτανε πάντα παρούσα στην άφιξή μας και φυσικά σταμάτησαν τα καμώματα του κυρίου αυτού!

»Ποτέ μα ποτέ όμως δεν μιλήσαμε σε κανένα, μα σε κανένα γι’ αυτό! Ούτε στην μαμά μας, αλλά ούτε και μεταξύ μας το συζητούσαμε με την αδελφή μου. Διαισθανόμαστε ότι γινότανε κάτι κακό, αλλά δεν ξέραμε πόσο κακό και δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε, αν φταίγαμε κι εμείς!

»Θα αναρωτιέστε γιατί τα λέω τώρα, δεν έχει σημασία πια, όλοι οι εμπλεκόμενοι έχουν αποδημήσει εις Κύριον, πλην εμού βέβαια!

»Οπότε κυρίες μου μην βγάζετε επιπόλαια συμπεράσματα για κάτι τέτοιες υποθέσεις, είναι πολύ σοβαρές για να συζητιούνται στα κοσμικά σαλόνια.»